- Γρηγόριος
- I
Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας.1. Επίσκοπος Νεοκαισαρείας (Νεοκαισάρεια 213; – 270). Η γνωριμία του με τον χριστιανισμό άρχισε μετά τον θάνατο του πλούσιου και ειδωλολάτρη πατέρα του, ο οποίος του έδωσε επιμελημένη αγωγή. Σε ηλικία 14 ετών βαπτίστηκε και έλαβε το όνομα Γ. (το αρχικό του ήταν Θεόδωρος). Διδάχτηκε ρητορική, λατινικά, φιλολογία και νομικά και σκόπευε να συμπληρώσει τις σπουδές του στη Βηρυτό. Όταν όμως έφτασε στην Καισάρεια της Παλαιστίνης, γνώρισε τον Ωριγένη και μελέτησε πέντε χρόνια κοντά του, φιλοσοφία, θεολογία, γεωμετρία και αστρονομία. Για τις σπουδές του αυτές και την επίδρασή τους στη ζωή του, οι πληροφορίες πηγάζουν από τον Χαριστήριο λόγο που απηύθυνε στον Ωριγένη, όταν επέστρεψε στην πατρίδα του. Εκεί χειροτονήθηκε επίσκοπος και επιδόθηκε στο έργο του εκχριστιανισμού αυτής της περιοχής. Στο επιτυχές ιεραποστολικό του έργο οφείλεται ο χαρακτηρισμός του Γ. ως «ενός εκ των μεγάλων αποστόλων της Ανατολής». Διέφυγε τον διωγμό την εποχή του Δεκίου (250) και συμμετείχε στη Σύνοδο της Αντιοχείας (265).Ο Γ. διακρίθηκε ως θεοφόρος φιλόσοφος και θεολόγος, τόσο ώστε πολλοί από τους νεότερους Πατέρες της Εκκλησίας κατέφυγαν στα συγγράμματά του για να υποστηρίξουν τη θεολογία τους. Μετέφερε επίσης στην Καππαδοκία τη θεολογική σκέψη του Ωριγένη, που επηρέασε σημαντικά τους Πατέρες και τους θεολόγους της περιοχής αυτής. Η μνήμη του ως αγίου τιμάται από την Ορθόδοξη, την Καθολική και τις περισσότερες Ανατ. Εκκλησίες.2. Επίσκοπος της Μεγάλης Αρμενίας. Έζησε στα χρόνια του Διοκλητιανού και προσέλκυσε την Αρμενία στον χριστιανισμό. Η μνήμη του τιμάται στις 30 Σεπτεμβρίου.3. Επίσκοπος Ναζιανζηνού (329 – 374). Ήταν ο πατέρας του Γ. του Θεολόγου. Η γυναίκα του Νόννα τον προσηλύτισε στην ορθοδοξία και βαπτίστηκε το 325. Η μνήμη του τιμάται την 1η Ιανουαρίου.4. Επίσκοπος Νύσσης. Η μνήμη του τιμάται στις 10 Ιανουαρίου. Βλ. λ. Γρηγόριος ο Νύσσης.5. Επίσκοπος Ακραγαντίνων. Έζησε στα χρόνια του Ιουστινιανού του Ρινότμητου και η μνήμη του τιμάται στις 23 Νοεμβρίου.6. Ο Δεκαπολίτης (8ος αι.). Ιερομόναχος, του οποίου η μνήμη τιμάται στις 20 Νοεμβρίου. Βλ. λ. Γρηγόριος ο Δεκαπολίτης.7. Επίσκοπος Άσσου (12ος αι.). Σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη και ασκήτευσε στη Μικρά Ασία. Χειροτονήθηκε επίσκοπος Άσσου, αλλά συκοφαντήθηκε και αποχώρησε από την επισκοπή. Γύρισε τότε στην πατρίδα του Μυτιλήνη και έχτισε μοναστήρι. Έζησε εκεί ασκητικά και πέθανε. Τα λείψανα του Γ. βρέθηκαν σε ανασκαφές του 1935. Η μνήμη του τιμάται στις 4 Μαρτίου.8. Όσιος, ο οποίος ασκήτευσε το 1240 στη Νικομήδεια. Η μνήμη του τιμάται στις 21 Απριλίου.9. Παλαμάς. Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης. Η μνήμη του τιμάται στις 14 Νοεμβρίου. Βλ. λ. Γρηγόριος Παλαμάς.10. Ασκητής στα όρη της Μεγίστης Λαύρας το 1308. Η μνήμη του τιμάται στις 6 Απριλίου.11. Ο όσιος Σιναΐτης. Η μνήμη του τιμάται στις 6 Απριλίου. Βλ. λ. Γρηγόριος ο Σιναΐτης.12. Ο κτίτωρ της εν Άθω Μονής (14oς αι.). Μοναχός στο Άγιον Όρος, του οποίου η μνήμη τιμάται στις 7 Δεκεμβρίου.13. Γ. Ε’ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Η μνήμη του τιμάται στις 10 Απριλίου. Βλ. λ. Γρηγόριος Ε’.14. Ασκητής από την Κρήτη. Η μνήμη του τιμάται στις 5 Ιανουαρίου.15. Δομέστικος της Μεγίστης Λαύρας. Κατά τη Λαυριωτική παράδοση όταν έψελνε, πήρε από τη Θεοτόκο χρυσό φλουρί. Η μνήμη του τιμάται την 1η Οκτωβρίου.16. Επίσκοπος Αλεξανδρείας. Η μνήμη του τιμάται στις 5 Νοεμβρίου.17. Επίσκοπος Κύπρου. Η μνήμη του τιμάται στις 4 Μαρτίου.IIΌνομα πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως.1. Γ. A’. Βλ. λ. Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός.2. Γ. B’ (Κύπρος 1241 – Κωνσταντινούπολη 1290). Ο Γ. είχε λάβει πολύ καλή μόρφωση στη Νίκαια και στην Κωνσταντινούπολη κοντά στον φημισμένο λόγιο Γεώργιο Ακροπολίτη. Αρχικά υποστήριξε τη φιλενωτική εκκλησιαστική πολιτική του αυτοκράτορα Μιχαήλ του Παλαιολόγου, από τον οποίο ευνοήθηκε σημαντικά. Όταν ανήλθε στον θρόνο ο Ανδρόνικος B’ που ακολουθούσε αντίθετη πολιτική, ο Γ. δεν δυσκολεύτηκε να αλλάξει πεποιθήσεις και να κατακεραυνώσει με θεολογικές πραγματείες τους άλλοτε ομόφρονές του ενωτικούς και τους Αρσενιάτες. Αμείβοντας τον ζήλο του ο αυτοκράτορας τον έχρισε πατριάρχη (1283-89). Κατά τη σύντομη πατριαρχία του, προσπαθώντας να δώσει μια συμβιβαστική λύση στο αμφιλεγόμενο ζήτημα της εκπόρευσης του Αγίου Πνεύματος, έγινε ο στόχος και των δύο αντιμαχόμενων παρατάξεων και συνακόλουθα αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Έγραψε πολλές σχετικές πραγματείες, εγκώμια σε αγίους και λόγιους. Πολύ αξιόλογες ιστορικά είναι οι 242 επιστολές του και μια σύντομη αυτοβιογραφία του.3. Γ. Γ’ (; – Ρώμη 1459). Ο τελευταίος πατριάρχης της βυζαντινής Κωνσταντινούπολης. Ήταν γνωστός με το σκωπτικό παρωνύμιο η Μαμμή. Για τα νεανικά του χρόνια δεν υπάρχουν πληροφορίες, ενώ στον δημόσιο βίο εμφανίστηκε το 1437 ως πνευματικός του αυτοκράτορα Ιωάννη H’ του Παλαιολόγου. Με την ιδιότητα αυτή πήρε μέρος στη σύνοδο της Φλωρεντίας όπου συμφώνησε με τη φιλενωτική μερίδα. Πατριάρχης χρίστηκε το 1443 ή 1444, εξαιτίας όμως της λαϊκής αντίδρασης στη φιλοπαπική του πολιτική αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη θέση του και να καταφύγει στη Ρώμη, όπου έγινε δεκτός με τιμές από τον πάπα. Πέθανε στη Ρώμη. Μερικές θεολογικές του πραγματείες και επιστολές του που σώθηκαν, αναφέρονται σε δογματικά ζητήματα σχετικά με την ένωση των Εκκλησιών.4. Γ. Δ’ (17ος αι.). Θεωρήθηκε όργανο των καθολικών πρεσβευτών στην Κωνσταντινούπολη οι οποίοι τον ενθρόνισαν το 1623. Καθαιρέθηκε μετά από δύο μήνες.5. Γ. E’. Βλ. λ. Γρηγόριος Ε’.6. Γ. ΣΤ’, ο Φουρτουνιάδης (Φαναράκι Βοσπόρου 1798 – 1871). Καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη και ήταν απόφοιτος της Μεγάλης του Γένους Σχολής. Τα κύρια ζητήματα που αντιμετώπισε κατά την πρώτη του πατριαρχία το διάστημα 1835-40 ήταν η δράση της προτεσταντικής προπαγάνδας στην ορθόδοξη Ανατολή και τα ξενίζοντα δόγματα του φιλοσόφου Θεόφιλου Καΐρη. Η δεύτερη πατριαρχία του (1867-71) συνδέθηκε με την εκδήλωση του βουλγαρικού σχίσματος και την εκκλησιαστική κρίση που ακολούθησε.7. Γ. Z’ ο Ζερβουδάκης (Σίφνος 1850 – Κωνσταντινούπολη 1924). Είχε προϋπηρετήσει ως μητροπολίτης Ρόδου, Σερρών, Κυζίκου και Χαλκηδόνος. Ο Γ. καθιέρωσε το νέο ημερολόγιο στο πατριαρχείο και πέθανε πριν συμπληρώσει χρόνο στον πατριαρχικό θρόνο (1923-24).IIIΌνομα πατριαρχών Αλεξανδρείας.1. Γ. A’ (1243-63), διάδοχος του Νικολάου A’ (1210-43) και προκάτοχος του Νικολάου B’ (1263-76).2. Γ. B’ (1316-54). Αρχικά επίσκοπος Μέμφιδος, διαδέχτηκε τον πατριάρχη Αθανάσιο B’ (1276–1316). Σώζεται έμμετρη επιστολή του προς τον επίσκοπο της Μεσοποταμίας Θεόδωρο, που αναφέρεται σε θέματα νηστείας της Τετάρτης και της Παρασκευής. Άλλοι αποδίδουν την επιστολή στον πατριάρχη Γ. Γ’.3. Γ. Γ’ (1354-66). Αρχικά ήταν μοναχός στο Άγιον Όρος. Στις μέρες του συνεχίστηκαν οι διωγμοί των Μαμελούκων κατά των χριστιανών της Αιγύπτου.4. Γ. Δ’ (1398-12), διάδοχος του Νικόλαου Γ’.5. Γ. E’ (1484-86). Αναφέρεται στους πατριαρχικούς καταλόγους ως διάδοχος στον πατριαρχικό θρόνο του Μάρκου ΣΤ’ (1459-84). Τον διαδέχτηκε ο Ιωακείμ ο Πάνυς.IVΌνομα πατριαρχών Αντιοχείας.1. Γ. A’. Πριν αναγορευτεί πατριάρχης είχε διατελέσει ηγούμενος στην μονή των Βυζαντίων στη Συρία, στη Λαύρα Φαράν του Σινά και στη μονή του Σινά. Το 570 διαδέχτηκε στον θρόνο τον Αναστάσιο, τον οποίο είχε καθαιρέσει ο αυτοκράτορας Ιουστίνος B’, και παρέμεινε σε αυτόν έως το 593. Πέτυχε με τη βοήθεια του περίφημου δικηγόρου Ευάγριου να καταρρίψει τις κατηγορίες για ανηθικότητα, που είχε απευθύνει εναντίον του ο διοικητής της Αντιόχειας Ιωάννης και να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη του αυτοκράτορα και του πατριάρχη Κωνσταντινούπολης Ιωάννη του Νηστευτή προς το πρόσωπό του. Διακρινόταν για τον ενάρετο χαρακτήρα του και τη σπάνια παιδεία του και χάρη στους συνετούς του χειρισμούς, αποτράπηκε ο κίνδυνος να διαλυθεί ο στρατός όταν κατά τη διάρκεια του πολέμου εναντίον των Περσών οι στρατιώτες στασίασαν και έδιωξαν τους αξιωματικούς τους.Από τις ομιλίες του σώζονται οι Περί του βαπτίσματος, Περί της ταφής, Περί της αναστάσεως του Σωτήρος και Περί των μυροφόρων.Σώζονται επίσης δύο επιστολές του, που απευθύνονται στον πάπα Γρηγόριο.2. Γ. B’. Πατριάρχευσε στο διάστημα 610-620.3. Γ. Γ’. Πατριάρχευσε στο διάστημα 1493-1511.4. Γ. Δ’ (1906-28). Το κοσμικό του όνομα ήταν Ιγνάτιος Γεωργίου Ιγνατίου Χαδδάδ. Ο Γ. καταγόταν από τη Συρία, είχε ελληνική μόρφωση και προώθησε τα ελληνικά γράμματα στα σχολεία της δικαιοδοσίας του πατριαρχείου Αντιοχείας. Συγκέντρωσε αρχαίες ελληνικές και χριστιανικές επιγραφές και καθιέρωσε το νέο ημερολόγιο.VΌνομα πατριαρχών Ιεροσολύμων.1. Γ. A’ (1281-98). Με εντολή του, ο αντιρρητικός θεολόγος Γεώργιος Μασχάμπαρ έγραψε 33 αντιρρητικά κεφάλαια το 1281, αντίθετα στη διδασκαλία του ενωτικού πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως IA’ Βέκκου (1275-82). Στην απόφασή του αυτή συνέβαλαν η σύζυγός του και η αδερφή του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η’ του Παλαιολόγου (1259-82), οι οποίες δεν συμφωνούσαν με την ενωτική πολιτική του.2. Γ. B’. Πατριάρχευσε το 1322.3. Γ. Γ’. Πατριάρχευσε στο διάστημα 1468-93.VIΌνομα μητροπολιτών της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας.1. Μητροπολίτης Δέρκων (Ζουμπάτα Αχαΐας 1760; – Κωνσταντινούπολη 1821). Μοναχός κατά τα νεανικά του χρόνια έως το 1780 περίπου, σπούδασε αργότερα στις σχολές της Δημητσάνας και του Ναυπλίου και στη συνέχεια πήγε στη Σμύρνη όπου τέθηκε στην υπηρεσία του μητροπολίτη, του κατοπινού πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γρηγορίου E’. Με την υποστήριξη του τελευταίου χειροτονήθηκε επίσκοπος Λακεδαίμονος αλλά η δημόσια καταγγελία, από μέρους του, της καταπιεστικής πολιτικής του Οθωμανού διοικητή της Πελοποννήσου Μωραβαλεσσή, προκάλεσε την οργή των αρχών. Ο Γ. για να σώσει τη ζωή του κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη όπου κατόρθωσε να απαλλαγεί από τις κατηγορίες που εκκρεμούσαν εναντίον του. Για να παρεμποδιστεί η μετάβασή του στην Πελοπόννησο, το Οικουμενικό Πατριαρχείο τον διόρισε αρχιεπίσκοπο Βιδινίου. Όταν το 1797 εκδηλώθηκε η ανταρσία του πασά του Βιδινίου Πασβάνογλου, ο Γ., για να μην κατηγορηθεί ως συνένοχός του, αποφάσισε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη.Κατά τη δεύτερη πατριαρχία του Γρηγορίου Ε’, ο Γ. ανέλαβε τα καθήκοντα του μητροπολίτη Δέρκων, θέση από την οποία επέδειξε έντονη δραστηριότητα για την υπεράσπιση των συμφερόντων του οικουμενικού πατριαρχείου και των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης. Μετά την έκρηξη του επαναστατικού κινήματος του Αλέξανδρου Υψηλάντη στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, τον Φεβρουάριο του 1821, ο Γ. θεωρήθηκε ύποπτος από τις τουρκικές αρχές και, στις 9 Μαρτίου του ίδιου χρόνου, ύστερα από την απόδραση ορισμένων Ελλήνων του Φαναρίου που βρίσκονταν υπό επιτήρηση, τον συνέλαβαν και τον φυλάκισαν. Εκτελέστηκε με απαγχονισμό μαζί με τους επισκόπους Αδριανούπολης, Τουρνόβου και Θεσσαλονίκης, στις 5 Ιουνίου 1821, σε αντίποινα για την πυρπόληση ενός τουρκικού πλοίου από τον Παπανικολή και τη σφαγή ενός μουσουλμάνου ιερωμένου που ταξίδευε με αυτό.2. Μητροπολίτης Ειρηνούπολης και Βατοπεδίου (Έφεσος 1761 – Βεσσαραβία 1846). Αρχικά ήταν μοναχός στο μοναστήρι της Ζωοδόχου Πηγής στη Σάμο και σπούδασε στις ονομαστές σχολές της Πάτμου και της Χίου. Το 1895 εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου διετέλεσε πρωτοσύγκελος του πατριαρχείου και το 1802 χειροτονήθηκε στο Άγιον Όρος από τον Γρηγόριο E’ μητροπολίτης Ειρηνουπόλεως και Βατοπεδίου.Ο Γ. εκτός από μία σύντομη περίοδο περίπου το 1806, οπότε διετέλεσε ηγούμενος του μοναστηριού της Κόλιας στο Ικόνιο και μία διετή (1810-12) απουσία στο Καζάν όπου είχε εξοριστεί από τους Ρώσους, παρέμεινε έως τον θάνατό του γενικός έφορος των πλούσιων βατοπεδινών μετοχιών της Μολδαβίας. Από τη θέση αυτή απέκτησε τεράστια περιουσία, μέρος της οποίας διέθεσε για τη χρηματική υποστήριξη της Επανάστασης, την περίθαλψη Ελλήνων προσφύγων, την ανέγερση ναών και σχολείων κλπ. Ο Γ., μαζί με τον μητροπολίτη Μολδαβίας, Βενιαμίν, είχε ευλογήσει τη σημαία των επαναστατών του Αλέξανδρου Υψηλάντη στις 26 Φεβρουαρίου 1821.3. Μητροπολίτης Ηρακλείας (Κωνσταντινούπολη 1825 – Ραιδεστός 1888). Σπούδασε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή και κατόπιν χειροτονήθηκε κληρικός και πέρασε στην υπηρεσία του πατριαρχείου με βαθμό μεγάλου αρχιδιάκονου. Εγκατέλειψε τη θέση του, ύστερα από απαίτηση της Υψηλής Πύλης της Κωνσταντινούπολης, και έως το 1858 υπηρέτησε ως ιδιώτης τον θείο του πατριάρχη Γρηγόριο ΣΤ’. Χειροτονήθηκε μητροπολίτης Χίου το 1860 και κατόπιν μετατέθηκε διαδοχικά στις μητροπόλεις Σερρών (1877) και Ηρακλείας και Ραιδεστού (1879). Ο Γ. ήταν επίτιμος διδάκτορας της θεολογίας και έγραψε αρκετά εκκλησιαστικά έργα από τα οποία τα κυριότερα είναι: Πραγματεία περί της κανονικής δικαιοδοσίας του πατριαρχικού θρόνου επί των εν Βουλγαρία εκκλησιών (1862), Διευκρίνισις του βουλγαρικού ζητήματος, υπό Μ.Χ.Γ.(1871) και Πραγματεία περί της ενώσεως των Αρμενίων μετά της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας (1871).4. Μητροπολίτης Μονεμβασίας (; – 1729;). Κατά το διάστημα 1704-13 σπούδασε στη Βενετία. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, το 1715 ίδρυσε σχολή στην οποία δίδαξε για περίπου πέντε χρόνια. Πριν αναλάβει τη μητρόπολη Μονεμβασίας (1725-29) είχε χειροτονηθεί μητροπολίτης Γάνου και Χώρας, θέση στην οποία παρέμεινε από το 1722 έως το 1725. Ήταν γνωστός και ως Σωτήρης ή Σωτηριανός.VIIΌνομα επισκόπων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας.1. Επίσκοπος Ευδοκιάδος (; – 1850). Κληρικός από την Ιθάκη, ο οποίος έφερε τον τίτλο του επισκόπου τιμητικά. Το 1822 μετά την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης έφυγε από την Κωνσταντινούπολη και ήρθε στην Ελλάδα όπου πήρε μέρος στον απελευθερωτικό αγώνα ως συνεργάτης του Νέγρη, του Μαυροκορδάτου και αργότερα του Κουντουριώτη.Μετά τις προτάσεις του εμίρη των Δρούσων του Λιβάνου για συντονισμένη δράση εναντίον των Οθωμανών, το 1825 ο Γ. στάλθηκε από την ελληνική κυβέρνηση στη Συρία για παραπέρα διαπραγματεύσεις. Παρά την άρνηση της ελληνικής βουλής να αποστείλει στρατιωτικές και ναυτικές δυνάμεις στον Λίβανο, ο Γ. προετοίμασε το έδαφος για την αποτυχημένη εκστρατεία των Χατζημιχάλη, Καρατάσσου και Κριεζώτη, το 1826, κατά τη διάρκεια της οποίας αιχμαλωτίστηκε από τους Τούρκους. Οι τελευταίοι τον πούλησαν σκλάβο στην Αίγυπτο για να απελευθερωθεί τελικά το 1828, ύστερα από ενέργειες του Κόδριγκτον. Το 1833 διορίστηκε επίσκοπος Αιγιαλείας.2. Επίσκοπος Κορώνης (; – 1821). Ο Γ. πριν την έναρξη της θητείας του το 1810, είχε διατελέσει επίσκοπος Γρεβενών, Αμισού και Καλλιπόλεως. Καταγόταν από την Άνδρο αλλά είχε γεννηθεί στην Πελοπόννησο. Ο Γ. ήταν ένας από τους πιο μορφωμένους ιεράρχες της εποχής του και γνωστός για την απεριόριστη μετριοπάθειά του, που τον οδήγησε τελικά στην απόρριψη των προτάσεων του Γρηγορίου Δικαίου Παπαφλέσσα και του Αναγνωσταρά που ήθελαν να τον μυήσουν στη Φιλική Εταιρεία. Έσπευσε μάλιστα να κλειστεί μαζί με τους Τούρκους στο φρούριο της Κορώνης, αμέσως μετά την έκρηξη της Επανάστασης. Στη διάρκεια της πολιορκίας, προσπάθησε χωρίς αποτέλεσμα να παίξει ρόλο μεσολαβητή μεταξύ Τούρκων και Ελλήνων. Το καλοκαίρι του 1821, μετά την κατάληψη της Μονεμβασιάς, της Μεθώνης και του Νεόκαστρου από τους επαναστάτες και τις σφαγές που ακολούθησαν, ο εξαγριωμένος Τούρκος φρούραρχος της Κορώνης Χασάν αγάς έσφαξε τον συντηρητικότατο επίσκοπο και ορισμένους άλλους Έλληνες, που βρίσκονταν στο φρούριο και πέταξε τα πτώματά τους από τις επάλξεις στους πολιορκητές, προκαλώντας τους να φάνε «το κρέας του δεσπότη».3. Επίσκοπος Μεθώνης (Άλβαινα Ολυμπίας 1770 – Νεόκαστρο 1825). Είχε καταλάβει τον επισκοπικό θρόνο το 1816 και πριν από την έκρηξη της Επανάστασης διατηρούσε αλληλογραφία με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη ενώ είχε ταξιδέψει και ο ίδιος στη Ρωσία για να συνηγορήσει υπέρ των Ελλήνων στους παράγοντες της τσαρικής αυλής. Ο Γ., που είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία από τον Αντώνιο Πελοπίδα, αμέσως μετά την έναρξη του επαναστατικού αγώνα κατάρτισε στρατιωτικό σώμα από Αρκάδες και Μεσσηνίους και διηύθυνε την πολιορκία της Μεθώνης και του Νεόκαστρου. Ύστερα από διαπραγματεύσεις, οι Τούρκοι υπερασπιστές των φρουρίων δέχτηκαν να παραδοθούν, αφού εξασφάλισαν την υπόσχεση του Γ. ότι οι επαναστάτες θα σέβονταν τη ζωή τους. Την ημέρα της παράδοσης όμως, οι Έλληνες, παρά τις διαταγές του Γ., έσφαξαν όλους τους Τούρκους αιχμαλώτους με αποτέλεσμα ο τελευταίος να αποσυρθεί για αρκετά χρόνια από τον Αγώνα (7 Αυγούστου 1821). Αργότερα, στην εκστρατεία του Ιμπραήμ πασά στην Πελοπόννησο, ξαναγύρισε στον Αγώνα και θέλησε να υπερασπίσει το φρούριο του Νεόκαστρου. Συνελήφθη όμως στις 30 Απριλίου 1825, ύστερα από μία εχθρική έφοδο και αφού βασανίστηκε άγρια, ρίχτηκε στη φυλακή όπου και τελικά πέθανε από πανούκλα στις 22 Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου.4. Επίσκοπος Μυριοφύτου (Χίος 1820; – 1900). Μοναχός αρχικά στη Νέα Μονή Χίου, εγκαταστάθηκε για ένα διάστημα αργότερα στη Μασσαλία, όπου διετέλεσε εφημέριος της τοπικής ελληνικής παροικίας. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, δίδαξε στο γυμνάσιο της Χίου και το 1872-73 διετέλεσε διευθυντής της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Ύστερα από διάφορες μοναστηριακές έρευνες στη Θεσσαλία και στην Κρήτη, χειροτονήθηκε το 1881 τιτουλάριος επίσκοπος Σιών και έναν χρόνο αργότερα διορίστηκε μητροπολίτης Μυριοφύτου. Παραιτήθηκε το 1890 και έζησε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του στη γενέτειρά του. Ο Γ. είχε δημοσιεύσει τα Νεαμονήσια (1865), έργο που αναφέρεται στην ιστορία και στα κείμενα της Νέας Μονής Χίου.VIII(Γ. Θεοχάρους, Μαραθόβουνο Κύπρου 1928 –). Αρχιεπίσκοπος Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας (1988-), Υπέρτιμος και Έξαρχος Δυτικής Ευρώπης, Ιρλανδίας και Μελίτης, Αποκρισάριος του Οικουμενικού Πατριαρχείου παρά τη Αρχιεπισκοπή Κανταουρίας. Σπούδασε στη θεολογική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1959) και μετεκπαιδεύτηκε στο πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ (1969-70). Ο Γ. το 1951 χρίστηκε μοναχός, το 1953 χειροτονήθηκε διάκονος και το 1959 πρεσβύτερος. Υπηρέτησε ως εφημέριος στο Λονδίνο (Ι. Ναός Αγίων Πάντων) και ως πρωτοσύγκελος της Αρχιεπισκοπής Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας. Το 1970 εξελέγη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως επίσκοπος Τροπαίου και το 1988 αρχιεπίσκοπος Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας (έδρα Λονδίνο), όπου έχει αναπτύξει αξιόλογη πνευματική, κοινωνική και φιλανθρωπική δράση. Ο Γ. προέδρευσε του Συμβουλίου Κηδεμόνων Ι. Αρχιεπισκοπής, του Αρχιεπισκοπικού Συμβουλίου, της Επιτροπής Μετάφρασης Λειτουργικών Κειμένων, του Συνδέσμου Ελληνορθοδόξων Κοινοτήτων της Μεγάλης Βρετανίας, του Πανομογενειακού Κεντρικού Συμβουλίου κ.α. Άρθρα και μελέτες του έχουν δημοσιευθεί σε εφημερίδες και περιοδικά.IXΌνομα παπών της Ρώμης.1. Γ. A’ ο Μέγας (Ρώμη 540; – 604). Πάπας της Ρώμης (590-604). Ο Γ. καταγόταν από οικογένεια ευγενών· από νέος ενδιαφέρθηκε για τα δημόσια πράγματα της Ρώμης και το 573 έγινε έπαρχος (Praefectus), ενώ στον τάφο του χαράχτηκε ο τίτλος Consul Dei (Ύπατος του Θεού). Διαπραγματεύτηκε με τον Λογγοβάρδο Αγιλούλφο όταν ο τελευταίος έφτασε έως τη Ρώμη και τον παρακάλεσε να λυπηθεί την πόλη, προστάτευσε τους Εβραίους από τις υπερβολές των φανατικών, ενθάρρυνε τη βασίλισσα Θεοδολίνδη στο έργο του προσηλυτισμού των Λογγοβαρδών, έστειλε τον μοναχό Αυγουστίνο να κηρύξει το Ευαγγέλιο στην Αγγλία και ανέπτυξε ανάλογο έργο προσηλυτισμού στη Γαλατία και στην Ιβηρική χερσόνησο. Υπήρξε άκαμπτος ρυθμιστής της πειθαρχημένης ζωής της Εκκλησίας ενισχύοντας την επισκοπική αρχή, στην οποία υπέταξε και τον μοναχισμό. Παρέμεινε διάσημος για τη φροντίδα του σχετικά με τη θρησκευτική μουσική, για τη γνωστή με τον τίτλο Sacramentarium Gregorianum συλλογή προσευχών και στο φιλολογικό πεδίο, για τους Dialoghi,τα Moralium libri και κυρίως τη Regula pastoralis,εγχειρίδιο του τελείου επισκόπου. Ανακηρύχθηκε άγιος.2. Γ. B’ (; – 731). Πάπας της Ρώμης (715-731). Ο Γ. αντέδρασε στην εικονομαχία του Λέοντα Ισαύρου και αφόρισε τον πατριάρχη Αναστάσιο, ενώ χειροτόνησε επίσκοπο τον άγιο Βονιφάτιο. Στην εποχή του σχηματίστηκε ο πρώτος πυρήνας του παπικού κράτους.3. Γ. Γ’ (; – 741). Πάπας της Ρώμης (731-741). Διαδέχτηκε στον παπικό θρόνο τον Γ. B’ και συνέχισε τον αγώνα του προκατόχου του εναντίον του Λέοντα. Κατά τη διάρκεια της θητείας του, η Ρώμη πολιορκήθηκε από τους Λομβαρδούς, επειδή είχε καταφύγει σε αυτή ο αντίπαλός τους δούκας του Σπολέτου και του Βενεβέντου, και σώθηκε χάρη στην επέμβαση του Καρόλου Μαρτέλου, τη συνδρομή του οποίου έσπευσε να ζητήσει ο Γ. απονέμοντάς του τον τίτλο του αντιβασιλέα και γιου χριστιανικότατου. Τελικά, με τη μεσολάβηση του δούκα της Αυστρασίας οι Λομβαρδοί υπέγραψαν το 741 με τον πάπα συνθήκη ειρήνης και έτσι η Ρώμη απέφυγε οριστικά τον κίνδυνο της κατάληψής της από τους Λομβαρδούς. Ο Γ. διακρινόταν για τη ρητορική του ικανότητα και τη γνώση της ελληνικής και της λατινικής. Έγραψε διάφορες επιστολές προς τον Λέοντα, τον Κάρολο Μαρτέλο, τον άγιο Βονιφάτιο κ.ά.4. Γ. Δ’ (; – 844). Πάπας της Ρώμης (827-844). Αναμείχθηκε στη διένεξη του Λουδοβίκου του Ευσεβή με τους γιους του Λοθάριο, Πιπίνο και Λουδοβίκο και προκάλεσε την αντίδραση πολλών επισκόπων που τον απείλησαν με αφορισμό, νομίζοντας ότι σχεδίαζε να ταχθεί με το μέρος των γιων και να αφορίσει τον πατέρα τους. Τελικά γύρισε στη Ρώμη χωρίς να μπορέσει να δώσει τέρμα στη διαμάχη.5. Γ. E’ (969; – 999). Πάπας της Ρώμης (996-999). Είχε γερμανική καταγωγή και ήταν ξάδελφος του αυτοκράτορα Όθωνα Γ’ ο οποίος τον ανέβασε στον παπικό θρόνο σε αντικατάσταση του Ιωάννη IE’. Το γεγονός αυτό όμως προκάλεσε την εξέγερση του λαού που με την υποκίνηση του Κρησκεντίου καθαίρεσε τον Γ. και επέβαλε στη θέση του τον Ιωάννη ΙΣΤ’. Ο Όθων τότε εισέβαλε για δεύτερη φορά στην Ιταλία και επανέφερε τον προστατευόμενό του Γ. στον θρόνο, ο οποίος όμως λίγο καιρό αργότερα πέθανε, πιθανώς πέφτοντας θύμα δηλητηρίασης.6. Γ. ΣΤ’ (; – Κολονία 1048;). Πάπας της Ρώμης (1045-46). Διαδέχτηκε τον Σίλβεστρο τον Γ’, μολονότι ήταν ιερέας. Διακρινόταν για την αυστηρότητα της ζωής του και τη βαθιά του μόρφωση. Κατηγορήθηκε όμως για σιμωνία και κατέφυγε στη Γερμανία, όπου και πέθανε.7. Γ. Z’, Χίλντεμπραντ (1020 ή 1025; – Σαλέρνο 1085). Πάπας της Ρώμης (1073-85). Ολοκλήρωσε την αναμόρφωση της Εκκλησίας που είχε ξεκινήσει ο πάπας Νικόλαος B’. Στη Σύνοδο που συνήλθε στη Ρώμη (1074) καταδίκασε τη σιμωνία, το εμπόριο των εκκλησιαστικών αξιωμάτων και τη χαλάρωση των εκκλησιαστικών ηθών. Η σθεναρή εφαρμογή από μέρους του της υπεροχής του πάπα απέναντι σε κάθε άλλη εξουσία (ακόμα και στην αυτοκρατορική) προκάλεσε την αντίδραση του Ερρίκου Δ’ και την Έριδα της Περιβολής. Με την προστασία των Νορμανδών του Ροβέρτου Γισκάρδου αποσύρθηκε στο Σαλέρνο, όπου και πέθανε. Οι Επιστολές του αποτελούν μαρτυρία για το ύψιστο αίσθημα που είχε για την αποστολή του ως πάπας και για την ευσέβειά του. Ανακηρύχθηκε άγιος το 1606.8. Γ. H’, ο αντιπάπας (; – 1138). Μετά την αντίδραση του πάπα Γελάσιου B’ (1118-19) να δεχτεί τις αξιώσεις του αυτοκράτορα Ερρίκου E’, ο τελευταίος εισέβαλε στη Ρώμη και ανέβασε στον θρόνο τον Μαυρίτιο Μπουρντέν, τον οποίο ονόμασε Γ. H’. Όταν όμως ο Ερρίκος εγκατέλειψε τη Ρώμη οι καρδινάλιοι εξέλεξαν ως πάπα στη θέση του Γελασίου, που στο διάστημα είχε αυτό πεθάνει, τον αρχιεπίσκοπο της Βιέννης Κάλιξτον B’. Ο Γ. αφορίστηκε και εξορίστηκε σε ένα μοναστήρι, όπου και πέθανε.9. Γ. H’ (Μπενεβέντο ; – Πίζα 1187). Πάπας (1187). Διαδέχτηκε στον θρόνο τον πάπα Ουρβανό Γ’ στις 25 Οκτωβρίου 1187, αλλά δύο μήνες αργότερα πέθανε μην προλαβαίνοντας έτσι να πραγματοποιήσει τη σταυροφορία που σχεδίαζε για να καταλάβει τους Άγιους Τόπους.10. Γ. Θ’ (Καμπανία 1145; – Ρώμη 1241). Πάπας της Ρώμης (1227-41). Ήταν ανιψιός του Ινοκέντιου Γ’ και διαδέχτηκε στον θρόνο τον Ονώριο Γ’. Ο Γ. αφόρισε το 1227 τον βασιλιά της Γερμανίας Φρειδερίκο B’ επειδή αρνήθηκε να πάρει μέρος ως αρχηγός σε Σταυροφορία για την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων και για δεύτερη φορά όταν απέτυχε στην εκστρατεία που πραγματοποίησε τελικά στην Παλαιστίνη μετά τον αφορισμό του. Αργότερα, και αφού οι σχέσεις των δύο αντρών είχαν βελτιωθεί, ο Γ. ακολουθώντας μία αλλοπρόσαλλη πολιτική έφτασε στο σημείο να αφορίσει ξανά (1239) τον Φρειδερίκο ο οποίος στράφηκε με πολυάριθμο στρατό εναντίον της Ρώμης. Ο θάνατος όμως του πάπα απέτρεψε τελικά την κατάληψη της πόλης.11. Γ. Ι’ (1210 – 1276). Πάπας της Ρώμης (1271-76). Πήρε μέρος στη Z’ Σταυροφορία και ενώ βρισκόταν μαζί με τον Εδουάρδο της Αγγλίας στην Παλαιστίνη πληροφορήθηκε την είδηση για την εκλογή του σε πάπα. Συγκάλεσε το 1274 στη Λιόν σύνοδο για την αντιμετώπιση των διαφόρων ζητημάτων της Εκκλησίας, την οργάνωση νέας Σταυροφορίας και τη συζήτηση των τρόπων μεθόδευσης της ένωσης των δύο Εκκλησιών. Στη σύνοδο αυτή μετείχαν πολυάριθμοι ανώτεροι και κατώτεροι κληρικοί, αντιπρόσωποι της βασιλιάδων του Βυζαντίου, της Γαλλίας, της Αγγλίας, της Γερμανίας και της Σικελίας καθώς και ο σάχης των Ταρτάρων, που ζήτησε τη συνδρομή των χριστιανών ηγεμόνων για την απόκρουση των μουσουλμάνων που λεηλατούσαν τη χώρα του. Παρά το γεγονός ότι η ελληνική αντιπροσωπεία με αρχηγό τον Γεώργιο Ακροπολίτη δέχτηκε αρχικά τις προτάσεις που υπέβαλε ο Γ., τελικά οι διαφορές μεταξύ των δύο Εκκλησιών έμειναν αγεφύρωτες και οι διαπραγματεύσεις ναυάγησαν.12. Γ. IA’ (Λιμόζ 1331 – Ρώμη 1378). Πάπας (1370-78). Ο Γ. υπήρξε ο τελευταίος Γάλλος πάπας. Εξελέγη στην Αβινιόν, αλλά με τις παροτρύνσεις της αγίας Αικατερίνης της Σιένας καθώς και για άλλους λόγους, επανέφερε την παπική έδρα στη Ρώμη.13. Γ. IB’ (Βενετία 1326 – 1417). Εξελέγη πάπας στις 30 Νοεμβρίου 1406 από δεκαπέντε καρδινάλιους του ιταλικού κόμματος με τον όρο ότι θα έπρεπε να παραιτηθεί από τον θρόνο στην περίπτωση που θα υπέβαλε την παραίτηση του και ο πάπας Βενέδικτος ΙΓ’, που είχε την έδρα του στην Αβινιόν. Η άρνηση όμως και των δύο να αποδεχτούν τον όρο αυτό είχε ως συνέπεια την καθαίρεσή τους από σύνοδο τριακοσίων θεολόγων και αντιπροσώπων σχεδόν όλων των ηγεμόνων της Δύσης με την αιτιολογία ότι ήταν σχισματικοί και αιρετικοί. Έτσι ο Γ. αναγκάστηκε να καταφύγει στον Κάρολο Μαλατέστα, άρχοντα του Ρίμινι, στον οποίο υπέβαλε την παραίτησή του· στη συνέχεια, με απόφαση της Συνόδου της Κωνσταντίας έγινε καρδινάλιος του Οπόρτο, θέση στην οποία παρέμεινε έως τον θάνατό του.14. Γ. ΙΓ’ (Μπολονία 1502 – Ρώμη 1585). Πάπας της Ρώμης (1572-85). Δημοσίευσε την αναμόρφωση του ημερολογίου, το οποίο προς τιμήν του ονομάστηκε γρηγοριανό. Υποστήριξε την ίδρυση σχολείων και κολεγίων (ίδρυσε και το ελληνικό κολέγιο του Αγίου Αθανασίου στη Ρώμη) προστατεύοντας κυρίως τους ιησουίτες.15. Γ. ΙΔ’ (Μιλάνο 1535 – Ρώμη 1591). Πάπας της Ρώμης (1590-91). Πριν χριστεί πάπας, είχε διατελέσει επίσκοπος της Κρεμόνα. Ήταν θεοσεβής και διακρινόταν για τη βαθιά του μόρφωση. Αφόρισε τον Ερρίκο Δ’, υποκύπτοντας στις πιέσεις του βασιλιά της Ισπανίας Φιλίππου B’.16. Γ. IE’ (Μπολόνια 1554 – Ρώμη 1623). Πάπας της Ρώμης (1621-23). Συνέχισε τον αγώνα εναντίον της μεταρρύθμισης των Διαμαρτυρομένων κυρίως στη Βοημία και Μοραβία.17. Γ. ΙΣΤ’ (Μπελούνο 1765 – Ρώμη 1846). Πάπας της Ρώμης (1831-46). Αντίθετος προς κάθε φιλελεύθερη ιδέα και κάθε μεταρρυθμιστικό πνεύμα κάλεσε Γάλλους και Αυστριακούς να καταστείλουν εξεγέρσεις που είχαν ξεσπάσει στα παπικά κράτη.
Ο Γρηγόριος E’, ισχυρή προσωπικότητα με μεγάλα διοικητικά προσόντα, ανέβηκε τρεις φορές στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης.
Ο πάπας Γρηγόριος ΙE’ συνέχισε τον αγώνα εναντίον της μεταρρύθμισης των Διαμαρτυρομένων.
Ο πάπας Γρηγόριος ΙΣΤ’ (1831-46). Η αντίδρασή του προς κάθε φιλελεύθερη ιδέα αποτέλεσε στόχο της σάτιρας του Τζ. Μπέλι.
Ο πάπας Γρηγόριος IΒ’ σε μικρογραφία του 15ου αι. (Σιένα, Κρατικό Αρχείο).
XO πάπας Γρηγόριος Α’ ο Μέγας· τμήμα δίπτυχου από ελεφαντόδοντο, πιθανώς του 9ου αι. (Καθεδρικός ναός, Μόντσα).
Όνομα ιστορικών προσώπων της βυζαντινής εποχής.1. Γ. ο Έξαρχος (; – 647). Έξαρχος (διοικητής) της Αφρικής κατά τα χρόνια της βασιλείας του αυτοκράτορα Ηρακλείου (610-641). Πήρε ενεργό μέρος στη διάσταση μεταξύ μονοφυσιτών (ή μονοθελητών) και ορθοδόξων, που εκείνη την περίοδο είχε διχάσει την αυτοκρατορία. Φανατικός οπαδός της ορθοδοξίας, καταδίωξε τους μονοφυσίτες στην περιοχή της δικαιοδοσίας του και υποστήριξε τους ορθόδοξους.Μετά τον θάνατο του Ηράκλειου, ο Γ. έγινε ουσιαστικά ανεξάρτητος ηγεμόνας των αφρικανικών εδαφών του Βυζαντίου. Με τη βοήθεια και τη συμπαράστασή του, ο ορθόδοξος μοναχός Μάξιμος, ο οποίος είχε καταφύγει σε αυτόν, κατόρθωσε να προσηλυτίσει στην ορθόδοξη πίστη τον μονοφυσίτη πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, Πύρρο A’, ενώ με πρωτοβουλία του συνήλθε στην Αφρική εκκλησιαστική σύνοδος, η οποία καταδίκασε το μονοφυσιτικό δόγμα. Ο Γ. σκοτώθηκε σε μάχη εναντίον των Αράβων οι οποίοι πριν από χρόνια, ήδη είχαν αρχίσει να αποσπούν εδάφη της επικράτειάς του.2. Τριτότοκος γιος του αυτοκράτορα Λέοντα E’ (9ος αι.). Μετά την εκθρόνιση και τη δολοφονία του πατέρα του από τον Μιχαήλ B’ τον Τραυλό, διώχτηκε μαζί με τους άλλους τρεις αδελφούς του από τους οπαδούς του τελευταίου και ευνουχίστηκε. Ο νέος αυτοκράτορας, που φαίνεται ότι δεν είχε δώσει τέτοια διαταγή, περιέθαλψε τους αδελφούς και τους παραχώρησε κατοικία στο νησί Πρώτη της Προποντίδας όπου παρέμειναν έως το τέλος της ζωής τους.3. Γ. ο Πτερωτός (; – 823). Ανιψιός και ανώτερος αξιωματούχος του αυτοκράτορα Λέοντα E’. Μετά την εκθρόνιση και τη δολοφονία του τελευταίου, ο Μιχαήλ B’ o Τραυλός διατήρησε τον Γ. στα αξιώματά του αλλά αργότερα τον εξόρισε στη Σκύρο. Όταν εκδηλώθηκε η ανταρσία του Θωμά του Σλάβου, ο Γ. διέφυγε από τη Σκύρο και πέρασε στις τάξεις των στασιαστών οι οποίοι έλεγχαν ένα σημαντικό μέρος της Μικράς Ασίας και των νησιών του Αιγαίου. Ο Θωμάς του εμπιστεύθηκε τη διοίκηση σώματος δέκα χιλιάδων αντρών με τους οποίους ο Γ. πέρασε στις ευρωπαϊκές επαρχίες της αυτοκρατορίας ενώ αργότερα (822-823) συμμετείχε στην πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τους στασιαστές. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας ήρθε σε ρήξη με τον Θωμά και αφού κατέλαβε μία οχυρή θέση, προσπάθησε να έρθει σε διαπραγματεύσεις με τον αυτοκράτορα αλλά σκοτώθηκε σε επίθεση των στασιαστών.4. Γ. ο Μάγιστρος ή Μαγκιστρός (990 – 1058). Αρμένιος πρίγκιπας, γόνος της οικογένειας των Αρσακιδών, που υπηρέτησε στον στρατό του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Θ’ του Μονομάχου. Ο Γ. υπήρξε στρατηγός του βυζαντινού στρατού κατά τις εκστρατείες εναντίον της Αρμενίας. Αργότερα ονομάστηκε δούκας του Ταρόν, του Βασπουραγκάν και της Μεσοποταμίας και το 1049 αντιμετώπισε νικηφόρα την επιδρομή των Σελτζούκων στα εδάφη του.
Dictionary of Greek. 2013.